Ο δενδροβάτης Σε ήχο μιξολύδιο Εφτά χρονών παιδάκι, πετούσα σαν πουλάκι, στα δέντρα κατοικούσα, στα χώματα γλεντούσα. Ανέβαινα στον πλάτανο, σα να ‘μουνα νυφίτσα, γιατί ‘μαι απ’ ορεινό χωριό, γιατί ‘μαι απ’ τη Γουρίτσα. Με βλέπει ο αστυνόμος, του καφενέ ο νόμος. Αμέσως πλησιάζει κ’ ανάκριση διατάζει. «Παράβαση διέπραξες μιμούμενος το ζώο. Θεώρησες τον πλάτανο πλατείας υπερώο;» Αυτόφωρο περνάω, χωρίς να καταλάβω, εγώ ο δενδροβάτης, για ‘κείνον τρομοκράτης. Στην παιδική μου την ψυχή, καρφώθηκε σαν σφαίρα, του νόμου το παράλογο, ετούτη η φοβέρα. Με πιάνει και με δένει, σαν το σκυλί με σέρνει. Με ρίχνει στο σκοτάδι, στη φυλακή του Άδη. Μαύροι ‘ ν’ οι τοίχοι γύρω μου, μαύρο και το ταβάνι. Δεν έχει σίδερα εδώ, το φως για να με φτάνει. Μα βλέπω στο μυαλό μου το φως που λάμπει εντός μου, στ’ ανθρώπινο ρημάδι θεού φιλί και χάδι. Διέπραξα αδίκημα προσέβαλα τα ζώα. Φοβήθηκε ο άκαρδος μη μιμηθώ το βόα! Σύλληψη Κύηση Γέννηση 1981 – 2008 Ευχαριστώ τη γυναίκα μου που με βοήθησε στον τοκετό Αντί ΒιογραφικούΣτίχοι στο σημειωματάριο (Blog)
Κλεισμένη η ανάσα
Κλεισμένη η ανάσα αυτού του κόσμου
σε άρρωστη και αγέλαστη καρδιά.
Κοιτάς και μια ματιά σου φέρνει δάκρυ,
απέραντη, γαλάζια μοναξιά.
Μόνοι, μες στο πέλαγος, σκαριά χωρίς τιμόνι.
Μόνοι, μια τελεία και μια παύλα μες στη σκόνη.
Σκόνη, που το πέρασμα της άμαξας σηκώνει.
……………………….
Κλεισμένη μια φωτιά που σιγοκαίει,
σε μάτια που χορεύουν σιωπηλά,
θλιμμένα σε κοιτούν, ρωτούν ποιος φταίει
κι ο πόνος μαστιγώνει τη χαρά.
Μόνη μια ψυχούλα στο κορμί σαλεύει μόνη,
μόνη, μια καρδούλα που χορεύει πάντα μόνη.
Μόνη μια σαΐτα μόνη πάνω στο στημόνι.
…………………………………
Νανούρισμα γλυκό σου τραγουδάνε
Τα δέντρα στις πλαγιές τα δειλινά.
Ζωή με δεκανίκι σε κερνάνε,
της πόλης τα ατέλειωτα στενά.
Φτάνει, στα βουνά να ψάχνουμε για το λιμάνι
Φτάνει, θύτες θύματα στο ίδιο το καζάνι
Φτάνει τη ζωή μας να την κάνουμε μια πλάνη.
…………………………………
Στη Δύση σχεδιάσανε ελπίδες,
παράθυρο με κήπο στο Νοτιά
Ανατολή μ’ ολόχρυσες αχτίδες,
και φύλακα να στέκει στο Βοριά.
Φτάνει, τ’ αδιέξοδο που είμαστε μας φτάνει,
φτάνει, ζωγραφίζουνε την πόρτα στο νταβάνι,
φτάνει, το σκοτάδι του θανάτου δεν μας κάνει.
12/4/2009
Από το 1956 στην Ανάβρα Αλμυρού Μαγνησίας (Γούρα)... άρχισαν να ακούγονται οι ήχοι μου. Άλλοτε δυνατοί, άλλοτε χαμηλοί, χάνονταν στην καθημερινότητα και άλλοτε αρκούσαν δύο λέξεις για να καταγραφεί στη μνήμη, η αντίληψη της ύπαρξης μιας άλλης πραγματικότητας. Σε ηλικία τεσσάρων ετών ονόμασα το φεγγάρι "νυχτελινό ήλιο". Κάποιος από τους παρευρισκόμενους φαίνεται πως εντυπωσιάσθηκε από την έκφραση και από τότε με αποκαλούσε νυχτελινό ήλιο. Το φως είναι παντού γύρω μας. Χαράζει εικόνες στο είναι μας, υποβοηθούμενο από τ’ αδέρφια του τις δυνάμεις της φύσης. Από αυτές τις εικόνες συρράπτω πάνω σε 9/4 την ιστορία της μητέρας ως θεμελιώδη αξία της ανθρώπινης ύπαρξης. Δεν θέλω να αναφερθώ ή να «υποβαθμίσω – αναβαθμίσω» εδώ, την συμμετοχή μου σε μουσικές και θεατρικές ομάδες ή την μουσική μου εκπαίδευση. Θέλω να υποστηρίξω - γιατί το θεωρώ σημαντικό κατά την ταπεινή μου άποψη – πως η Ελληνική Γλώσσα είναι μία. Δεν υπάρχουν όρια για τις λέξεις της αρχαίας περιόδου και της νέας. Αν ακολουθήσουμε την γραμμή που θέλουν κάποιοι, και εννοώ Δημοτικιστές και Καθαρευουσιάνους, δεν οδηγούμεθα πουθενά. Είναι σαν την ιστοριούλα που αναφέρω στην αρχή. Θα έχουμε και καινούργια γλώσσα, την παιδική Ελληνική, όπου το ρ δεν μπορεί να προφερθεί και αντικαθίσταται με το λ. Εάν λοιπόν στην αδυναμία μας, να ενθυμούμεθα το πλήθος των ελληνικών λέξεων ή να εκφραζόμαστε πλήρως με την Ελληνική Γλώσσα, αρχίσουμε την οριοθέτηση, τότε είναι γελοίο να μιλάμε για εξέλιξη, ποιότητα, ανταγωνισμό και ένα σωρό σπουδαίες κατακτήσεις του ανθρώπινου γένους.Για επικοινωνία στη διεύθυνση alexandrakisdimitris@gmail.com